ΛΕΙΨΥΔΡΙΑ, ή η ανεπάρκεια της πολιτικής των υδροφόρων

Γράφει ο Λεωνίδας-Βασίλειος Μανιάτης 

 

Για ακόμα μία χρονιά, φέτος, η έλευση του καλοκαιριού έφερε τα ελληνικά νησιά αντιμέτωπα με το πρόβλημα της λειψυδρίας. Το πρόβλημα αυτό δεν είναι καινούργιο, ιδιαίτερα στα νοτιότερα νησιά των Κυκλάδων και της Δωδεκανήσου. Ωστόσο, είναι ένα πρόβλημα διαρκώς επιδεινούμενο, καθώς οι επιπτώσεις της Κλιματικής Κρίσης γίνονται κάθε χρόνο, όλο και πιο αισθητές. Έτσι, οι βροχοπτώσεις κατά τους θερινούς μήνες τείνουν γενικά να μειώνονται, ενώ η θερινή περίοδος της ξηρασίας μεγαλώνει σε διάρκεια. Την ίδια ώρα, οι εντονότερες και πιο παρατεταμένες περίοδοι καύσωνα, ευνοούν την ταχύτερη εξάτμιση του νερού στους ανοιχτούς ταμιευτήρες, επιδεινώνοντας περαιτέρω την κατάσταση. 

Παραδοσιακά, θα λέγαμε, στα νεότερα χρόνια, η πολιτική ύδρευσης των περισσότερων νησιών -μία πολιτική που, για να είμαστε δίκαιοι, αποδείχθηκε επαρκής επί αρκετές δεκαετίες- συνοψίζεται στο εξής: όταν οι τοπικοί ταμιευτήρες του νησιού δεν επαρκούν, καλούμε την υδροφόρα, για να καλύψει τις ανάγκες του νησιού σε νερό. Έτσι, εδώ και πολλά χρόνια, δημιουργήθηκε μία υδραυλική σχέση εξάρτησης ανάμεσα στην ενδοχώρα και στα άνυδρα νησιά, η οποία μέχρι σήμερα κάλυπτε τις ανάγκες μεγάλου μέρους της νησιωτικής χώρας. Απ’ την άλλη όμως, η ύπαρξη των υδροφόρων και των μεγαλύτερων σε όγκο νερού ταμιευτήρων της Στερεάς Ελλάδας, έκαναν τα μεν νησιά να επαναπαυτούν στην σιγουριά της αποστολής νερού σε περιόδους κρίσης, την δε πολιτεία να θεωρήσει για δικούς της λόγους ήσσονος σημασίας ή/και χαμηλής προτεραιότητας την ανάγκη για ανάπτυξη υποδομών συλλογής και/ή παραγωγής νερού στα ίδια τα αιγαιοπελαγίτικα νησιά. Και μέχρι σήμερα, πράγματι, το σύστημα αυτό δούλεψε χωρίς προβλήματα. 

Η Κλιματική Κρίση ωστόσο φαίνεται έτοιμη να αλλάξει τα δεδομένα, με τρόπο καταστροφικό. Όλο και πιο έντονα, ακούγονται οι προειδοποιήσεις επιστημόνων σε σχέση με την ανησυχητική μείωση των αποθεμάτων νερού στους μεγάλους ταμιευτήρες που υδρεύουν την ίδια την ελληνική πρωτεύουσα (όπως ο Μαραθώνας και ο Μόρνος), την ώρα που οι βροχοπτώσεις μειώνονται σε μεγάλο μέρος της χώρας και η φυσική αναπλήρωση των αποθεμάτων νερού δεν καλύπτει την ζήτηση του τεράστιου πληθυσμού της Αττικής. Και αυτό, δυστυχώς, δεν αφορά μόνο την Αττική, αλλά και όλες τις περιοχές που εξαρτώνται από αυτήν για να καλύψουν τις ανάγκες τους σε νερό. 

Η κρίση του νερού μοιάζει με μία ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί, δημιουργώντας στο κοντινό μέλλον τεράστια προβλήματα στην χώρα· προβλήματα το μέγεθος των οποίων δεν έχουμε συνηθίσει και για τα οποία, δυστυχώς, ο βαθμός προετοιμασίας της πολιτείας κάθε άλλο είναι παρά επαρκής. Όταν το πρόβλημα θα εκδηλωθεί, όταν δηλαδή θα υπάρχει δυσκολία στην υδροδότηση της πρωτεύουσας και οι βρύσες θα στερέψουν, η πρώτη αντανακλαστική κίνηση της πολιτείας, θα είναι να κάνει ό,τι μπορεί για να ξεδιψάσει την πρωτεύουσα. Και θα ήταν άδικο κανείς να την κατηγορήσει για αυτό, καθώς εκεί ζει ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της χώρας. 

Ωστόσο, αυτό θα ανοίξει ένα τρομακτικό παράθυρο καταστροφής για τις εξαρτώμενες από αυτήν περιοχές. Διότι η μεν Στερεά Ελλάδα δεν θα είναι πλέον σε θέση να υδρεύσει καλά-καλά τον ίδιο της τον εαυτό, η δε υπόλοιπη ηπειρωτική χώρα (και κυρίως η Βόρεια Ελλάδα, όπου η κατάσταση είναι για την ώρα κάπως καλύτερη), αν έχει να διαθέσει κάποιο πλεόνασμα νερού, αυτό θα απορροφηθεί σε μεγάλο του μέρος (ή και στην ολότητά του) από τον διψασμένο πληθυσμό των Αθηνών και άλλων μεγάλων πόλεων της κεντρικής και νότιας ηπειρωτικής χώρας. Συνεπώς, αν την ίδια περίοδο, τα αποθέματα του νερού σε κάποιο γενικά άνυδρο νησί του Αιγαίου τελειώσουν, είναι πολύ πιθανό η αίτηση για βοήθεια μέσω των υδροφόρων είτε να μην εισακουστεί καθόλου, είτε στην καλύτερη περίπτωση, να έχει ως αποτέλεσμα την αποστολή κάποιας ανεπαρκούς, συμβολικής θα λέγαμε ποσότητας νερού. 

Το μέγεθος του προβλήματος αυτού, η αλήθεια είναι ότι φαντάζει δυσνόητο σε μία εποχή όπου ακόμα τα αποθέματα του νερού της χώρας δεν έχουν εξαντληθεί πλήρως, αλλά για πόσο θα έχουμε αυτή την πολυτέλεια; Και τι αποτελέσματα τραγικά θα έχει αν η κρίση βρει τα νησιά μας απροετοίμαστα, εντελώς ανέτοιμα να αξιοποιήσουν επαρκώς τους υδάτινους πόρους τους; 

Ας μην αυταπατόμαστε ότι θα είναι κάποιες κακές χρονιές και μετά τα πράγματα θα επιστρέψουν στο κανονικό, όσο και αν το ελπίζουμε. Η πιθανότητα η αλλαγή αυτή των κλιματικών συνθηκών του Αιγαίου να παραμείνει για δεκαετίες ή ακόμα και για αιώνες, είναι υπαρκτή και έχει σημειωθεί και στο παρελθόν, με καταστροφικές επιπτώσεις. Για την ιστορία, περί το 1200 π.Χ., σύμφωνα με μελέτες, στο Αιγαίο ξεκίνησε μία περίοδος παρατεταμένης ξηρασίας που εν πολλοίς συνέπεσε χρονικά με το μεγαλύτερο μέρος των λεγόμενων Ελληνικών Σκοτεινών Χρόνων (1200 – 800 π.Χ.: σκοτεινά, διότι ξεχάστηκε η χρήση της γραφής και δεν έχουμε γραπτά κείμενα). Η έναρξη της εποχής αυτής συνδέθηκε με την κατάρρευση των μυκηναϊκών ανακτόρων, με την επακόλουθη δραματική μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας και με μία γενική οπισθοχώρηση του πολιτισμού που χρειάστηκε αρκετούς αιώνες για να ανακάμψει. 

Ωστόσο, στόχος αυτού του άρθρου δεν είναι η διασπορά του πανικού, αλλά η κρούση του κώδωνα του κινδύνου, ούτως ώστε να ληφθούν έγκαιρα τα κατάλληλα μέτρα για τον περιορισμό και την αντιμετώπιση της δυσκολίας που ήδη διαφαίνεται στον ορίζοντα. Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι στις τρεις χιλιετίες που διαμεσολάβησαν από την προαναφερθείσα μεγάλη κρίση λειψυδρίας στο Αιγαίο, η τεχνολογία έκανε τεράστια άλματα και πλέον είναι δυνατή η κατασκευή υποδομών πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι στα αρχαία εκείνα χρόνια. Και με την έγκαιρη κατασκευή των απαραίτητων υποδομών, τα νησιά του Αιγαίου όχι μόνο μπορούν να ξεπεράσουν την επερχόμενη κρίση, αλλά και να ευδοκιμήσουν κάτω από τις νεοδιαμορφοθείσες κλιματικές συνθήκες. 

Το πρώτο πράγμα που είναι απαραίτητο βέβαια να γίνει είναι οι υπεύθυνοι της πολιτείας (από το κρατικό, μέχρι και το δημοτικό επίπεδο) να κατανοήσουν την σοβαρότητα και την αμεσότητα του κινδύνου, ούτως ώστε να κινητοποιηθούν για την άμεση κατασκευή των απαραιτήτων υποδομών σε τοπικό επίπεδο, σε κάθε νησί που κατοικείται. Στόχος, όσο το δυνατόν περισσότερα κατοικημένα αιγαιοπελαγίτικα νησιά να είναι σε θέση να καλύψουν αυτόνομα τις ανάγκες τους σε νερό, ει δυνατόν, πριν καν γίνει κρίσιμη η κατάσταση στην Αττική, ώστε αφ’ ενός μεν τα ίδια τα νησιά να μην στερηθούν το πολυτιμότερο των αγαθών, αφ’ ετέρου δε να είναι σε θέση να υποστηρίξουν το ένα το άλλο ενάντια στον κοινό εχθρό που είναι η λειψυδρία και -γιατί όχι- σε ιδανικές συνθήκες, να συνδράμουν ακόμα (αν υπάρχει πλεόνασμα) και την ίδια την Αττική που θα πληγεί από την κρίση περισσότερο από κάθε άλλη περιοχή της χώρας.

(ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ο αναγνώστης Λεωνίδας-Βασίλειος Μανιάτης έστειλε το παρακάτω άρθρο του, που είναι λίαν επίκαιρο. Το δημοσιεύουμε με την ελπίδα να αφυπνίσει εκτός από τους αναγνώστες μας και τους αρμόδιους – Εν Άνδρω)