TRAVEL.GR & ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ: 5 κατα...
 ΤΗΣ ΑΡΙΕΤΤΑΣ ΠΟΥΛΙΟΥ (Ένα ακόμα θετικό δημοσίευμα αλίευσε η τακτική αναγνώστρια μας Βάσω Τσακίρη και ο αναγνώστης μας Σ.Δ. και οι δύο από τον Κάτω Άγιο Πέτρο για την Άνδρο. Το πρώτο στην ταξιδιωτική ιστοσελίδα Travel.gr και το δεύτερο από το ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ και μας τα έστειλαν χτες. Το δημοσίευμα είναι το ίδιο και το αναδημοσιεύουμε προς γνώση και προς ενημέρωση των αναγνωστών μας για την δουλειά που κάνει η Τουριστική Επιτροπή του Δήμου για εικόνα της Άνδρου, η οποία προβάλλεται με συστηματικότητα στην Αττική και στην Ελλάδα. Προχτές προβλήθηκε το Μπατσί και το Κόρθι και σήμερα η Χώρα - ΕΝ ΑΝΔΡΩ)
Η Φλέρυ Νταντωνάκη που γνώρισα...
Γράφει ο Άγγελος Σφακιανάκης Ο μουσικός παραγωγός Άγγελος Σφακιανάκης θυμάται τη γνωριμία του με τη Φλέρυ Νταντωνάκη, το καλοκαίρι του 1975. Στη φωτογραφία η Φλέρυ Νταντωνάκη με τον Χρήστο Λεοντή. Στη Σχολή Κατσέλη πέρασα το 1972. Ήταν ένα θεατρικό εκπαιδευτήριο στη Νέα Σμύρνη. Μεγάλου Αλεξάνδρου 38. Μια Δραματική σχολή. Γύρω γύρω δικτατορία απαγορεύσεις και λογοκρισία κι εκεί Μεγάλου Αλεξάνδρου 38, μια φιλελεύθερη σχολή με ολοζώντανη πληροφορία. Πολυφωνία και αναζήτηση. Ενδιαφέροντες δάσκαλοι και ενδιαφέροντες συμφοιτητές. Υπό την μπαγκέτα του Πέλου Κατσέλη. Στη γιορτή της αποφοίτησης του τρίτου έτους βρέθηκε μια κιθάρα και την μοιραστήκαμε τραγουδώντας με τον συμφοιτητή Κώστα Παπανικολάου. Εμείς οι πρωτοετείς. Μας πλησίασε η αποφοιτούσα Ουρανία Μπασλή και μας μίλησε για τον φίλο της, που έψαχνε να φτιάξει μια ορχήστρα νέων μουσικών για να παίζουν τα έργα του, που ήταν απαγορευμένα. Μας μιλούσε για τον Χρήστο Λεοντή. Μας ενδιέφερε και τους δυο. Ο Κώστας δεν μπορούσε να ενταχθεί αλλά ήθελε να τον γνωρίσει. Εγώ ήθελα να τον ακολουθήσω στο σχέδιό του. Συνάντησα εκεί μια πεντάδα εθελοντών. Σιγά σιγά ο ένας με τον άλλον μαζευτήκαμε μια μεγαλύτερη ομάδα. Μια ομάδα  μουσικών και όχι μόνον. Μας μάζεψε σαν «αδέσποτα» και με υπομονή και επιμονή μας έκανε ορχήστρα. Μια μικρή ορχήστρα. Αποκτήσαμε μια κοινή γλώσσα. Ήρθε στον χρόνο πάνω, ο Λοΐζος και μας χειροκρότησε. Ηχογραφούσαμε τα θεατρικά του Λεοντή. Παίζαμε σε συναυλίες. Εμφανιζόμασταν στην μπουάτ «Αγρύπνια».   Στην μπουάτ «Αγρύπνια», από αριστερά προς τα δεξιά, Γιάννης Σερλιδάκης στο μπάσο, Άγγελος Σφακιανάκης στην κιθάρα, Πέτρος Μπεράτης και Μάνος Αβαράκης στις φλογέρες.  Ήτανε καλοκαίρι του 1975. Το μεσημέρι ζεστό. Με κάλεσε ο Λεοντής να πάω στο σπίτι του. Στο τηλέφωνο είπε πως υπάρχει λόγος. Από το κλείσιμο των μπουάτ «Αγρύπνια», «Ρήγας», «Χνάρι», «Λύδρα», στην Πλάκα ως «κακόφημα κέντρα», από την Χούντα, είχαμε μείνει άστεγοι. Μου είπε πως υπήρχε κάποια πρόταση. Εκείνα τα χρόνια από την Πλατεία Κολιάτσου στην Αγία Παρασκευή ήταν ταξίδι. Έφτασα απόγευμα. Έμενε σε μια παλιά μονοκατοικία με κήπο, μια στάση μετά το Ραδιομέγαρο της ΕΡΤ. Είχε πλέον δροσίσει. Περίμενε την Φλέρυ Νταντωνάκη με τον Βαγγέλη Σκούρτη. Υπήρχε πρόταση από τον Σκούρτη να συνεργαστούν με τη Φλέρυ… Υπήρχε και μαγαζί για να μας φιλοξενήσει, το «Πολύτροπο» στην Πλάκα που έπαιζε την προηγούμενη χρονιά ο Χατζιδάκις.   Φλέρυ Νταντωνάκη και Χρήστος Λεοντής Όταν έφτασαν βγήκαμε στο κεφαλόσκαλο να τους προϋπαντήσουμε. Ήταν σαν νεράιδα. Αλαφροΐσκιωτη. Σιγανά πατώ στη γη που λέει και το τραγούδι. Φορούσε μια άσπρη πουκαμίσα. Κι εγώ φορούσα μια άσπρη πουκαμίσα. Είχε κατάμαυρα κατσαρά μαλλιά. Κι εγώ είχα μακριά κατσαρά μαύρα μαλλιά. Μας σύστησαν. Σα να μη μιλούσαμε την ίδια γλώσσα, σα να είμασταν πρωτόγονοι, άρχισε να μου κάνει νοήματα. Μου έδειξε την πουκαμίσα της και ύστερα την δικιά μου. Έψαχνε βουβά μια συμμαχία. Αρνήθηκε διακριτικά να μπει στο σπίτι. Με κοίταξε στα μάτια και απευθύνθηκε σε μένα. «Καλύτερα να κάτσουμε στον κήπο», είπε. Έβγαλε τα σαντάλια της και ένοιωσε το γρασίδι. Κάθισε στα γόνατα. Κάθισα απέναντί της. Ένοιωθες τα φορτηγά της Μεσογείων να τραντάζουν το πράσινο. Μάζεψε την πουκαμίσα της και βολεύτηκε στη στάση του λωτού. Η Ουρανία σαν καλή οικοδέσποινα τη ρώτησε αν θέλει καφέ. Σα να με ήξερε χρόνια γύρισε και μου είπε «Εμείς θα πιούμε τσάι». Δεν αντέδρασα. Συμφώνησα. Τότε έκανα ομοιοπαθητική.   Φλέρυ Νταντωνάκη - Δημήτρης Ψαριανός - "Απ΄όλα τ' άστρα του ουρανού" - Μάνος Χατζιδάκης Μεγάλος Ερωτικός... Ο Χρήστος, η Ουρανία και ο Βαγγέλης πήγαν προς την κουζίνα. Η Φλέρυ συνέχισε να ζητάει μια νεανική σύμπλευση υποδεικνύοντάς μου τις ομοιότητές μας. Τα μαλλιά, τις πουκαμίσες. Όλα αυτά βουβά. Με νοήματα και παντομίμες. Χάιδευε το χορτάρι. Άρχισε να πεταρίζει τα μεγάλα βλέφαρά της σαν την Νταίζη Ντακ. Και μετά τα αθώα παιδιαρίσματα, άρχισε να ψιθυρίζει τα Λιανοτράγουδα. Σα να έψαχνε κάτι σε μένα ή πίσω μου, άρχισε να τραγουδάει με εκείνο το αέρινο βιμπράτο. Απ’ όλα τ’ άστρα τ’ ουρανού ένα είναι που σου μοιάζει… Μου κόπηκε η ανάσα. Δεν τραγουδούσε γενικά. Τραγουδούσε για μένα. Έμεινα βουβός. Νομίζω πως όλα γύρω βουβάθηκαν. Τα τζιτζίκια, η βουή της Μεσογείων. Όλα. Ο χρόνος διαστέλλονταν από τις νότες της. Κυπαρισσάκι μου αψηλό ποια βρύση σε ποτίζει… Ούτε που σκέφτηκα να τραγουδήσω το μέρος του Ψαριανού. Όλα μου τα κύτταρα έγιναν αυτιά. Συνέχισε το τραγούδισμα. Ο Λεοντής, η Ουρανία και ο Σκούρτης έρχονταν με τα ροφήματα αλλά μόλις την άκουσαν έμειναν καθηλωμένοι δέκα μέτρα μακριά. Την περίμεναν να τελειώσει. Το είπε όλο. Έλιωσα. Από τα ωραιότερα τραγούδια, από την ωραιότερη φωνή, για μένα. Η Φλέρυ με έψαλε. Ήρθαν τα ροφήματα και γίναμε μια παρέα. Η δουλειά συμφωνήθηκε. Θα παίζαμε την χειμερινή σεζόν με τη Φλέρυ Νταντωνάκη στο «Πολύτροπο». Βρεθήκαμε πάλι τον Οκτώβρη για πρόβες. Για να φθάσεις στην Πλάκα εκείνες τις μέρες έπρεπε να προσπεράσεις τις καθημερινές πορείες. Οι διαμαρτυρίες κατέληγαν στο Σύνταγμα. Η Φλέρυ ερχόταν αλλά δεν τραγουδούσε. Οι πρόβες είχαν εστιαστεί στο υπόλοιπο υλικό. Στην Πλάκα τότε πριν ξεκινήσει η σεζόν είχαν επιτυχία οι μπουάτ με μάχιμα ονόματα. «Λημέρι», «Ταμπούρι», «Μετερίζι». Παίζανε αντάρτικα.   Στην μπουάτ «Αγρύπνια» Πέτρος Μπεράτης, Δημήτρης Ντελιφέος, Άγγελος Σφακιανάκης, Πάνος Γρηγοριάδης, Ελένη Μαντέλου, Νίκος Χατζηγιάννης, Καριοφύλλης Δοϊτσίδης, Γιώργης Μπαγιώκης, Κατερίνα Ξηρόγιαννη, Χρήστος Πανόπουλος και Χρήστος Λεοντής. Η ορισμένη έναρξη πλησίαζε αλλά η Φλέρυ δεν είχε κάνει πρόβα. Το απέφευγε. «Από ποιο τόνο να το πούμε Φλέρυ»; «Από όποιο τόνο θέλεις αγάπη μου». Από τα τραγούδια του Χρήστου κάποια στιγμή δοκίμασε το «Νανούρισμα» του Λόρκα. Στο πιάνο ήταν ο Λεοντής. Το είπε συγκλονιστικά. Γεμίσαμε αισιοδοξία.   Από τα αριστερά προς τα δεξιά, Θωμάς Μπακαλάκος, Χρήστος Λεοντής, Βασίλης Μπάρνης, Ουρανία Μπασλή, σε πρόβα για το «Πολύτροπο». Τραγούδια για το πρόγραμμά της, δεν μας έδωσε. Ήταν αναποφάσιστη. Ένα βράδυ ζήτησε να δοκιμάσει. Λίγο να επιλέξει τραγούδια λίγο να επιβεβαιωθούν οι τόνοι. Ανέβηκε χωρίς μικρόφωνο. Τη συνόδευαν ένα κοντραμπάσο, μια κλασσική, μια ακουστική, μια φυσαρμόνικα  και το πιάνο. Έκανε ένα φωνητικό αυτοσχεδιασμό και οδήγησε την ορχήστρα στο «Πουλί» του Χατζιδάκι και του Αργυράκη. «Πάω να πω στον ουρανό».   Φλέρυ Νταντωνάκη - Το πουλί | Flery Dadonaki - To pouli - Official Audio Release Ήμουν από κάτω και την απολάμβανα. Όταν έφτασε στο ρεφρέν. «Το πουλί δεν πιάνεται» άνοιξε απότομα τα χέρια της σαν να ήτανε φτερά. Τίναξε το κεφάλι της προς τα πάνω. Λες και ετοιμαζόταν να πετάξει. Όλο της το σώμα ήθελε να φύγει προς τα πάνω. Έγινε αητός. Η αναποφάσιστη καρδερίνα έγινε αητός. Έδωσε μια αγωνιστική διάσταση στο τραγούδι. Δεν ήταν τραγουδίστρια, ήταν κάτι παραπάνω από ερμηνεύτρια. Μια ηθοποιός που ενσάρκωνε τους στίχους. Όταν τελείωσε κατέβηκε από το πάλκο. Σα να έπιασε ουρανό και κατέβηκε. Σα να έκανε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να ενταχθεί στο μαχητικό κλίμα της εποχής. Μετά από αυτό όλο εύρισκε κάποια προβλήματα και δεν έκανε πρόβα. Η πολλά υποσχόμενη συνεργασία δεν έγινε ποτέ.  «Πηγή: https://www.athensvoice.gr/culture/music/754857-i-flery-ntantonaki-poy-gnorisa-1975»
Πάσχα Ελλήνων: Και η Άνδρος στ...
Στο ένθετο του Γαστρονόμου της «Καθημερινής της Κυριακής», που κυκλοφορεί σήμερα παρουσιάζεται το Πάσχα των Ελλήνων μέσα από πέντε μαγειρικές εμπειρίες στην Κρήτη, στην Ήπειρο, στις Κυκλάδες και ειδικά στην Άνδρο, στη Ρούμελη και στο κέντρο της Αθήνας. Παρουσιάζονται σουβλιστά, αντικριστά και πίτες, με μεζέδες, μαγειρευτά και φουρνιστά, με τσουρέκια και γλυκά. Από το αναστάσιμο δείπνο στην Κρήτη στην Χαρασό της Χερσονήσου μέχρι πάσχα στην Βίτσα στο Ζαγόρι, από τις Κυκλάδες και την Άνδρο μέχρι την σούβλα στη Ρούμελη και το γαλακτομπούρεκο του Παρλιάρου.
Κώστας Καπλάνης: Η ζωή ενός απ...
 Γράφει ο Άγγελος Σφακιανάκης   Κώστας Καπλάνης Είχε ένα βήμα ελαφρύ. Δίχρωμο δετό παπούτσι. Πάντα καλοντυμένος. Πάντα καλοσυνάτος. Δεν θα φανταζόσουνα ποτέ ότι ο Κώστας Καπλάνης γλίτωσε από τη Μικρασιατική Καταστροφή όταν ήταν τριών χρονών. Πέρασε από το Τσεσμέ στη Χίο με την οικογένειά του κι από κει, την επόμενη χρονιά, στα Ταμπούρια στον Πειραιά. Την πείνα και την ανέχεια που έζησε δεν την έβλεπες. Η καλοσύνη της φτωχής γειτονιάς φαινότανε. Η καπατσοσύνη και η δίψα για ζωή επίσης. Σχολείο δεν πήγε. Με το που έφτασαν, πήγε για μεροκάματο. Δουλειές του ποδαριού. Στα 16 του μαθαίνει την «μπαρμπερική», όπως λέει. Με κάτι οικονομίες τού άνοιξε ο πατέρας του μπαρμπέρικο. Τα μπαρμπέρικα είχαν όργανα μέσα κι έπαιζαν οι θαμώνες στην αναμονή. Έπαιζε κι ο μπαρμπέρης.
Η ΚΑΠΑΡΙΑ ΠΡΟΒΑΛΕΙ ΤΗΝ ΑΝΔΡΙΩΤ...
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ  ΘΕΜΑ: Παρουσίαση ντοκιμαντέρ Συλλόγου Καππαριάς για την Ανδριώτικη Βεγγέρα
Πανσέληνος Μαρτίου...
   Της Δέσποινας Πολίτου  Πρώτη της Άνοιξης νύχτα, με τόσο ασήμι στους δρόμους,  να ντύνει με στρογγυλή γενναιοδωρία, κάθε ασκήμια τους.  Ως και τα δελτία ειδήσεων, άναυδα έμειναν στην λάμψη του.   Μα ούτε βλέμμα στη σκάλα του κήπου, πάνω απ' τις λεμονιές.    
Πίτσα Παπαδοπούλου, «ο θηλυκός...
Γράφει ο Άγγελος Σφακιανάκης Έμαθε να κάνει τον πόνο των άλλων δικό της δράμα. Λόγια που μας πόναγαν και δεν τα λέγαμε, τα είπε εκείνη. Τα τραγούδησε και με την ομολογία της απάλυνε τον πόνο τον δικό μας. Πίτσα Παπαδοπούλου: Από τις γειτονιές της Θεσσαλονίκης, στη μουσική σκηνή της Αθήνας. Πώς ξεκίνησε το τραγούδι, οι συνεργασίες και η επιτυχία των τραγουδιών της.
ΑΝΤΙΟ ΔΑΣΚΑΛΕ: «Έφυγε» ο Έντμο...
Του ΔΙΑΜΑΝΤΗ ΜΠΑΣΑΝΤΗ   Έντμουντ Κίλι. Σπίτι του στο Κολωνάκι Απρίλιος 2004. Φωτογραφία Δ. Μπασαντής. ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΔΑΣΚΑΛΟ, ΣΤΟΝ ΚΟΡΥΦΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΣΤΗ, ΣΤΟΝ ΕΞΑΙΡΕΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ, ΣΤΟΝ ΥΠΕΡΟΧΟ ΑΝΘΡΩΠΟ ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ. ΜΕ ΟΛΗ ΜΑΣ ΤΗΝ ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ "ΚΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ" ΔΑΣΚΑΛΕ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΤΟΥ ΑΧΕΡΟΝΤΑ... Με τον καθηγητή Έντμουντ Κίλι γνωριστήκαμε το 1986 μέσω μιας εξαιρετικής κυρίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας, της Καίης Τσιτσέλη. Το Νοέμβρη του 1988 τον γνώρισα καλά καθώς βρέθηκα Visiting Fellow στο διάσημο Princeton University, στο Νιού Τζέρσυ. Μια ακαδημαϊκή υποτροφία που έφερε την υπογραφή του Κίλι.  Διαμαντής Μπασαντής & Έντμουντ Κίλι. Κολωνάκι Απρίλιος 2004. Φωτογραφία Δ. Μπασαντής. Ο Έντμουντ Κίλι ήταν από τους πρώτους που διόρθωσε τα πρώτα χειρόγραφά του διδακτορικού μου εκείνη την μακρινή εποχή. Ακόμα θυμάμαι τις κόκκινες διορθώσεις του πάνω στο μπλε χειρόγραφό. Ήταν ο πρώτος που με συμβούλεψε να κάνω αίτηση για Visiting Fellow στο τμήμα Hellenic Studies του Princeton University, όπου ήταν επικεφαλής. Ήταν αυτός που εξέτασε τον φάκελο με τα δημοσιεύματα και τις εργασίες μου και έκανε την εισήγηση για αποδοχή μου στο μεγάλο αμερικανικό πανεπιστήμιο, στο οποίο βρέθηκα με ακαδημαϊκή υποτροφία το φθινόπωρο του 1988. Θυμάμαι πάντα την γενναιοδωρία και την απλότητα του. Το καλοκαίρι του 1986 μου δάνεισε δύο σπάνια βιβλία του από την βιβλιοθήκη του στο σπίτι του Κολωνάκι. Όταν ρώτησα πως θα τα επιστρέψω μου απάντησε με μια μεγαλειώδη απλότητα: "να τα πας στον αδελφό μου, τον Ρόμπερτ, στην αμερικάνικη πρεσβεία. Αυτός θα μου τα στείλει στην Αμερική..." Το αστείο ήταν πως ο Ρόμπερτ Κίλι ήταν τότε ο αμερικανός πρέσβης στην Ελλάδα. Πήγα λοιπόν μια ωραία μέρα στην πρεσβεία. Έφτασα μέχρι το γραφείο της γραμματέως του πρεσβευτή Ρόμπερτ Κίλι και έδωσα τα δύο βιβλία για τον Έντμουντ Κίλι. Τόσο απλά... Έντμουντ Κίλι. Πρίνστον 1988. Φωτογραφία Δ. Μπασαντής. Το διάστημα που βρέθηκα στο Πρίνστον εκτός της φιλοξενίας του μπορέσαμε και διατρέξαμε συζητώντας για ώρες τις νεοελληνικές αβεβαιότητες στην ιστορία και τις μεγάλες στιγμές στον πολιτισμό και στην νεοελληνική λογοτεχνία. Μιλήσαμε για το τραυματισμένο μετακλασικό τοπίο. Τους ανθρώπους. Για το "σκοτεινό κρύσταλλο" της Ελλάδας όπως έγραψε ο Λώρενς Ντάρελ... Τη μέρα του αποχαιρετισμού, καθώς περπατάγαμε στους κήπους του πανεπιστημίου, γύρισα και του είπα - σχολιάζοντας το μεγάλο μεταφραστικό έργο του από τα ελληνικά στα αγγλικά: "δώσατε πολλά στην Ελλάδα". Κι καθηγητής Κίλι γύρισε και μου απάντησε με εκείνη την υπέροχη απλότητα: «Η Ελλάδα μου έδωσε πολύ περισσότερα από όσα εγώ». Τον κοίταξα ξαφνιασμένος και προσέθεσα: «Όμως κύριε καθηγητά εσείς δώσατε σε μένα μια μεγάλη ευκαιρία πέρα από κάθε άλλη πριν».   Δ. Μπασαντής - Princeton University, 1988.  Γέλασε και είπε: «δεν μας κόστισε και πολύ. Μια επένδυση χαμηλού κόστους. Λίγων χιλιάδων δολαρίων, η οποία απέφερε μεγάλο κέρδος για εσένα, την ολοκλήρωση ενός διδακτορικού σου. Αλλά και για εμάς έναν νέο φιλέρευνο νέο συγγραφέα, που θα ανήκει για πάντα στην μεγάλη οικογένεια του πανεπιστημίου μας.» Τον κοίταξα έκπληκτος κι ευγνώμων. Κατάλαβα τι εννοούσε μερικούς μήνες αργότερα όταν συνάντησα τον αμερικάνο δημοσιογράφο και συγγραφέα Axel Crause, editor της Herald Tribute, σε ένα διεθνές συνέδριο στη Ρόδο. Συστηθήκαμε. Κι ενθουσιάστηκε ιδιαίτερα μαθαίνοντας πως είχα περάσει ως Fellow από το Πρίνστον, του οποίου αυτός υπήρξε απόφοιτος. Με κάλεσε για ένα ποτό και μου είπε: "well my frend you are a Prinstonian, you are one of us" (λοιπόν φίλε μου είσαι του Πρίνστον, είσαι ένας από εμάς)... Διαμαντής Μπασαντής, Μαίρη Κίλι και Έντμουντ Κίλι. Κολωνάκι 2004. "Μάλιστα κύριε καθηγητά" του είπα το 2004 που βρεθήκαμε στην Ελλάδα "τα χρόνια που ακολούθησαν υπήρξα πάντα ευγνώμων που ήμουν ένας από εσάς". Ήμουν πάντα ένας από τους μαθητές του. Ακόμα θυμάμαι με υπερηφάνεια, που είπε στον εκδότη του πρώτου επικοινωνιακού βιβλίου μου στην Αθήνα όταν βρεθήκαμε το 1991: «ξέρεις ήταν μαθητής μου στο Πρίνστον..» Από όλα τα χαρτιά και τα πτυχία αυτή ήταν η μεγαλύτερη τιμή που μου έτυχε: υπήρξα μαθητής του Κίλι. Ο καθηγητής Ε. Κίλι στο σπίτι του στο Κολωνάκι το 2004. Φωτογραφία Δ. Μπασαντής. «Έκτοτε πέρασαν χρόνια. Κύκλοι άνοιξαν κι έκλεισαν. Κάποιες ανοιξιάτικες βραδιές που ο ορίζοντας θαμπώνει πίσω από τις πολυκατοικίες. Κάποιες ανοιξιάτικες βραδιές, που βυθίζομαι στις αβεβαιότητες αυτής της χώρας, η σκέψη επιστρέφει σ’ εκείνες τις παλιές διαδρομές. Και η Ελλάδα αρχίζει πάλι να «ταξιδεύει».. Αυτά έγραφα ενθυμούμενος συγκινημένος τις μεγάλες στιγμές που έζησα με τον καθηγητή Έντμουντ (Μάικ) Κίλι στο Πρίνστον το 1991 σε ένα χρονογράφημα σε γνωστή αθηναϊκή εφημερίδα.  Τέλος θυμάμαι πάντα την τελευταία συγκινητική συνάντηση μας στο σπίτι του στο Κολωνάκι. Πάνε πια χρόνια. Μιλήσαμε ώρες. Βγάλαμε φωτογραφίες. Και μου χάρισε τον ογκώδη τόμο από την δίγλωσση ανθολογία της οποίας υπήρξε επιμελητής μαζί με άλλους σημαντικούς ελληνιστές: «A Century of Greek Poetry 1900-2000» (Ένας αιώνας ελληνικής ποίησης). Ήταν η κατάληξη των δωρεών του προς εμέ. Για όλα αυτά που απλόχερα μου χάρισε ο καθηγητής και σπουδαίος δάσκαλος Έντμουντ Κίλι όλα αυτά τα χρόνια καταθέτω εδώ δύο λόγια σαν ένα μικρό και ταπεινό αντίδωρο μνήμης, αγάπης και αποχαιρετισμού. Ανθολογία: Ένας αιώνας ελληνική ποίηση 1900-2000, επιμέλεια Πίτερ Μπιν, Πίτερ Κόνστανταϊν, Έντμουντ Κίλι, Κάρεν Βαν Ντάικ.  Το άγγελμα της «αναχώρησης» του σήμερα το πρωί με έκανε να νοιώσω ξαφνικά τόσο μόνος, τόσο λυπημένος, τόσο συγκινημένος. Μια ολόκληρη σπουδαία εποχή έφυγε μαζί του. Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους ελληνιστές της εποχής μας, μια από τις πιο ορθάνοικτες καρδιές, με περίσσια αγάπης για τους νέους, τη ζωή και για την εκπαίδευση. Σκύβω στις φωτογραφίες μας, στις μνήμες μου και αναλογίζομαι - τώρα που πια δεν είμαι κι εγώ νέος - τους στίχους του Σεφέρη από «Το ναυάγιο της Κίχλης»: «Καθώς περνούν τα χρόνια και κουβεντιάζεις με λιγότερες φωνές,\ βλέπεις τον ήλιο μ’ άλλα μάτια…» ΑΝΤΙΟ ΔΑΣΚΑΛΕ...    Έντμουντ Κίλι: «Έφυγε» ένας σπουδαίος φίλος της Ελλάδας Της Μάρως Βασιλειάδου ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ «Όλοι αυτοί οι Αμερικανοί και Βρετανοί συγγραφείς που ήρθαν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του πολέμου ή αμέσως μετά ήταν κάτι παραπάνω από επισκέπτες – είτε έμειναν πολύ είτε λίγο. Παντρεύτηκαν τη χώρα για τις καλές και τις κακές στιγμές της, έζησαν μαζί της σε καιρούς ειδυλλιακούς, αλλά και σε εποχές απομυθοποίησης ή αναζωογόνησης, και παρέμειναν πιστοί στην πεποίθησή τους ότι η Ελλάδα είχε να προσφέρει δώρα ζωτικής σημασίας ως την τελευταία δεκαετία αυτού του αιώνα. Η ιστορία τους είναι μια άλλη ιστορία, εν μέρει και δική μου», έγραφε ο Εντμουντ Κίλι στο βιβλίο του «Αναπλάθοντας τον Παράδεισο. Το ελληνικό ταξίδι 1937-1947» (εκδ. Εξάντας). Αυτός ο μεγάλος φίλος της χώρας μας, ο διανοούμενος που εντρύφησε σε μερικές από τις πιο γόνιμες εποχές της πολιτιστικής μας ιστορίας, ο εραστής του ελληνικού τρόπου ζωής, του τοπίου και της κουλτούρας μας, έφυγε χθες από τη ζωή σε ηλικία 94 ετών. Γιος διπλωμάτη, γεννημένος από Αμερικανούς γονείς στη Δαμασκό το 1928, έζησε στη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου για λίγα χρόνια πριν επιστρέψει στην Αμερική. Όμως ποτέ δεν ξέχασε την Ελλάδα, κι ερωτεύτηκε τη γλώσσα μας. Έκανε το διδακτορικό του πάνω στον Καβάφη και στον Σεφέρη, μετέφρασε το έργο του Αλεξανδρινού ποιητή κι έγινε φίλος και μεταφραστής του Ελληνα νομπελίστα. Έκανε τη χώρα μας δεύτερη πατρίδα του, και μαζί με την Ελληνίδα σύζυγό του μοίραζαν τον χρόνο τους εδώ και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εραστής του ελληνικού τρόπου ζωής, του τοπίου και της κουλτούρας μας, ο Εντμουντ Κίλι έφυγε χθες από τη ζωή σε ηλικία 94 ετών. Ήταν ποιητής, μυθιστοριογράφος και μεταφραστής. Έγραψε επτά μυθιστορήματα, πολυάριθμα δοκίμια και επίσης μετέφρασε Ρίτσο, Ελύτη και Σικελιανό. Ήταν όμως και εξαιρετικός πανεπιστημιακός δάσκαλος. Απόφοιτος των πανεπιστημίων του Πρίνστον και της Οξφόρδης, δίδαξε επί σαράντα χρόνια αγγλικά, δημιουργική γραφή και νεοελληνική λογοτεχνία στο αμερικανικό πανεπιστήμιο. Δημιούργησε και διηύθυνε επί δεκαετίες το τμήμα Ελληνικής Λογοτεχνίας του πανεπιστημίου και για ένα διάστημα υπηρέτησε ως διευθυντής στο Πρόγραμμα Δημιουργικής Γραφής και στο Πρόγραμμα Ελληνικών Σπουδών. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών και δύο φορές χρημάτισε πρόεδρός της. Τιμήθηκε πολλάκις με σημαντικά βραβεία για το συγγραφικό και μεταφραστικό έργο του. Το 1992 εξελέγη εταίρος της Αμερικανικής Ακαδημίας Γραμμάτων και Επιστημών. Στα ελληνικά κυκλοφορούν τέσσερα μυθιστορήματά του, μεταξύ αυτών το «Αναπλάθοντας τον Παράδεισο», μια θαυμάσια σύνθεση προσωπικών αναμνήσεων, λογοτεχνικής κριτικής και ερμηνευτικής αφήγησης για τη θρυλική γενιά του ’30.  
Μπάμπης Γκολές: Ο σύνδεσμος με...
Γράφει ο Άγγελος Σφακιανάκης Μπάμπης Γκολές: Δεν μιμούταν τους παλιούς. Κουβαλούσε το φορτίο τους. Ήταν ο χαμένος κρίκος του χθες με το τώρα. 7 χρόνια από τον θάνατό του: Η διαδρομή του από την Πάτρα στην Αθήνα, η ρεμπέτικη φωνή του και τα λαϊκά τραγούδια του. Την Καθαρά Δευτέρα του 1982 με παρασύρει ο Λάμπρος Καρελάς, που τότε ήταν «Οπισθοδρομικός» και κατεβαίνουμε στην Πάτρα για να δω «ιδίοις όμμασι» ένα σπάνιο φαινόμενο. Μια μουσική ύπαρξη που δεν του φτάνουν τα λόγια για να μου την περιγράψει. Το κέντρο λέγεται «Χάραμα» και είναι των αδελφών Οικονόμου. Ένα υπόγειο διακοσοπενηντάρι στην Οβρυά. Στο πάλκο ο Δεληκούρας, ο Παπαγεωργίου, ο Μανωλάκος που παίζουν ρεπερτόριο του «Τζούκμποξ» του 1960. Λαϊκά, σχεδόν «παρεξηγήσιμα». Αυτή η φοιτητοπαρέα θα διευρυνθεί αργότερα και θα γίνουν «Τα παιδιά από την Πάτρα». Ο ήχος είναι επαρχιακά εξηλεκτρισμένος. Κυριαρχεί το νεοδημοτικό μπασοκίθαρο του Δεληκούρα. Μπουζούκια με μαγνήτες. Οι θαμώνες είναι φοιτητές κατά βάση, που χορεύουν με το παραμικρό. Η μέση ηλικία είναι 25 χρόνων. Το πράγμα σαλεύει. Βλέπεις και κάτι παρέες «λαϊκές», σαν σιωπηλή μειοψηφία. Πιο πονεμένοι. Πιο «νυχτόβιοι». Πιο σιωπηλοί. Δεν καταλαβαίνω τη συνύπαρξη. Και συμβαίνει η αποκάλυψη. Βγαίνει ένας εύσωμος με το μπουζούκι του και μας πάει αλλού. Είναι ο Μπάμπης Γκολές. Ένα προπολεμικό, ρεμπέτικο ρεπερτόριο, άγνωστο. Και τους φτιάχνει με «άγνωστα τραγούδια». Η φωνή του και η σχολή που τραγουδάει είναι Νταλγκάς, Σκαρβέλης, Τούντας. Δεν λέει ούτε ένα Τσιτσάνη. Μου αρέσει η σέχτα του. Οι ηχητικές συνθήκες είναι άθλιες για αυτό το ρεπερτόριο. Αλλά ο τύπος δεν καταλαβαίνει τίποτα. Κάνει ένα ανορθόδοξα προσωπικό πρόγραμμα και κυριαρχεί. Όταν παίζει κάτι γρήγορα χασάπικα κι ανεβαίνουν οι λαϊκοί και χορεύουν ιδιόρρυθμα σαν αργό χασαποσέρβικο, λες εδώ κάτι συμβαίνει. Είναι το παλιό πατρινό Ταμπαχανιώτικο χασάπικο. Είναι ο τοπικός τους ήρωας που τους χορεύει ακόμα. Δεν μιμείται τους παλιούς. Κουβαλάει το φορτίο τους. Είναι ο χαμένος κρίκος του χθες με το τώρα. Για το 1982 μιλάω. Μιλάμε μετά και είναι σαν μικρό παιδί που κρύβει τα παιχνίδια του. Δεν μοιράζεται πληροφορίες. Δεν λέει κουβέντα. Είναι καχύποπτος. Θέλω να τον αγκαλιάσω. Το κάνω με λόγια. Μου λέει για τη ματιά του. Αγαπάει το προπολεμικό αστικό τραγούδι. Αγαπάει την οικογένειά του. Ο πατέρας του ήταν μερακλής και άκουγε δίσκους γραμμοφώνου 78 στροφών αυτός και οι φίλοι του. Έτσι κόλλησε. Τους τιμάει με τον τρόπο του. Μαζεύει δίσκους. Είναι συλλέκτης. Ξεκίνησε με κιθάρα και μετά έπιασε το ούτι. Το μπουζούκι ήρθε μετά. Δεν αισθάνεται καλά. Μου είπε πολλά. Λέμε καληνύχτα.   Σε δύο μήνες ξαναβρίσκομαι στην Πάτρα αναπάντεχα, ξέμπαρκος, ανέστιος και πένης. Το μόνο πατρινό τηλέφωνο που έχω είναι του Μπάμπη. Έρχεται και με συνδράμει. Κανένας Αθηναίος δεν με πίστεψε όπου το είπα. Το 1982 ο Λευτέρης Χαψιάδης, ο στιχουργός, δίνει μια κασέτα του Γκολέ στον Θοδωρή Σαραντή στην Columbia. Ο Σαραντής τη δίνει στον Δημήτρη Αρβανίτη που είναι art director, που τη δίνει στον Πετσίλα που είναι ο διευθύνων και του φαίνεται ενδιαφέρουσα. Λέει στον Αρβανίτη «κάν' το, αφού έχει άνοδο το ρεμπέτικο». Τον βάζει ο Δημήτρης για πρώτη φορά σε στούντιο και ο Μπάμπης τους δίνει μια δισκάρα. Την ονομάζουν «Τσάρκα στα παλιά». Βάζει ο Αρβανίτης μια φωτογραφία παλιά του πατέρα του από ένα ταβερνάκι με τους φίλους του για εξώφυλλο. Κι έχει μέσα «Γυφτοπούλα», «Πού να βρω γυναίκα να σου μοιάζει», «Καϊξής», «Αμαρτωλή».  Ο Μπάμπης μας ξαφνιάζει όλους. Την επόμενη χρονιά δισκογραφεί τα «Δαχτυλίδια» και το «Μαρόκο». Τα τραγούδια που λέει θα γίνουν πανελλαδικές επιτυχίες εκ των υστέρων από άλλους. Έχει άλλη νοοτροπία. Είναι ένα ζωντανό παρελθόν πριν την εποχή του. Έρχεται στην Αθήνα. Όπου παίζει, πάω. Είναι άφτερ. Πάντα με εκπλήσσει με άγνωστα ωραία τραγούδια. Με προκαλεί. Έχει ένα θησαυρό στο μυαλό του και βγάζει σαν ταχυδακτυλουργός τα διαμάντια όποτε θέλει για να σε τυφλώσει. Έχει προσωπική και ιδιαίτερη σχέση με τους θαμώνες. Παρατάει το όργανο και κατεβαίνει στην πίστα και χορεύει με ιδιαίτερη χάρη κι ευλυγισία. Βαριέται αφόρητα το κοινό του Σαββάτου. Ασφυκτιά στην Αθήνα. Χαίρεται όταν έρχονται Πατρινοί και χορεύουν ή όταν θα ανέβει στην πίστα καμιά αιθέρια ύπαρξη. Το σκάει με την πρώτη ευκαιρία και γυρνάει στην Πάτρα. Είναι οπαδός της Παναχαϊκής. Οι παλιοί του φίλοι τον λένε «κεφάλα» γιατί γίνεται ξεροκέφαλος άμα «στραβώσει». Στο πάλκο βάζει τους μουσικούς του σε διαρκή δοκιμασία, σαν τον σπασίκλα στο σχολείο που σε δοκιμάζει. Ξεκινάει άγνωστο τραγούδι χωρίς πρόβα και περιμένει να διπλώσουν οι άλλοι την εισαγωγή. Στα ωδεία αυτό το λένε ντικτέ. Το πάλκο του είναι σε μια αέναη εγρήγορση. Την πληρώνει συνήθως ή το ακορντεόν ή το βιολί. Το 1990 πάει στο Ταξίμι στα Εξάρχεια κι έρχονται με τον μαγαζάτορα, Γιώργο Μπουτάτη, και με βρίσκουν. Θέλουν να βγάλουμε δίσκο στη Λύρα. Τον έχουν έτοιμο. Φροντίζω τα της κυκλοφορίας. Συνεχίζουμε τη συνεργασία στο ίδιο μοτίβο το 1992 με το «Δέκα το καλό». Έχει αποκτήσει μια οικειότητα. Τον ψήνω να κάνουμε κάτι ιδιαίτερο. Έχει δηλώσει ότι δεν θα του πει ποτέ εταιρεία τι να κάνει. Επιμένω. Του πατάω τον κάλο. Ένα αφιέρωμα στον Σταύρο Τζουανάκο. Έχω προσωπική επαφή με τον Tom, τον γιο του Τζουανάκου. Λιώνει. Μου λέει ιστορίες για τον πατέρα του. Τις παρέες με τον Στράτο Παγιουμτζή, με τον Παπαϊωάννου, τον Τσαουσάκη. Πόσο αγαπούσανε οι Πατρινοί τον Τζουανάκο.   Η Ιωάννα Τζουανάκου, η κόρη του Σταύρου, δεν τον γνωρίζει αλλά μου έχει εμπιστοσύνη. Μου δίνει τρία ανέκδοτα στιχάκια του πατέρα της. Τα μελοποιεί ο Μπάμπης που πετάει στα σύννεφα. Κανονίζουμε την ορχήστρα. Μουσικοί που παίζουν μαζί του: ο Τσεκούρας, ο Ζευγόλης, ο Φραγκούς, ο Σοφράς. Παίζω τα χρειαζούμενα κρουστά. Αλλά καλούμε και τον βετεράνο του ακορντεόν, Κώστα Σταματάκη. Έρχεται γκεστ ο βιρτουόζος μπουζουξής «Σπόρος» Σταματίου που έπαιζε με τον Τζουανάκο στην Αμερική. Καλώ και την Χριστιάνα σε δύο τραγούδια. Την πρώτη μέρα της ηχογράφησης έρχεται ο Μπάμπης με ένα παλιομπούζουκο που τρίζει από παντού. Προσπαθεί ο παλαίμαχος ηχολήπτης Γιάννης Παπαϊωάννου αλλά δεν φτιάχνεται ούτε με κολλητικές ταινίες, ούτε με τίποτα γιατί τρίζουν και τα τάστα. Το καλό του το είχε αφήσει στην Πάτρα. Χαλάει η ηχογράφηση. Μου υπόσχεται πως θα φέρει άλλο. Τον φοβάμαι και φέρνω το τρίχορδο του Γιώργου Ψώνη, ένα όργανο αστέρι. Όλα κύλησαν σαν το νερό στ' αυλάκι. Διπλό βινύλιο, μονό cd. «Το παλιό μεράκι». Ένα αφιέρωμα στον Σταύρο Τζουανάκο. Κάναμε και μια παρουσίαση στο Ντουζένι με τη Χριστιάνα, τον «Σπόρο», τη Μαρία Κατινάρη, με τους μουσικούς του και τον νεαρό Κότσιρα να παίζει μπαγλαμά. Ο Μπάμπης ήταν για χρόνια ο ζωντανός σύνδεσμος με την πηγή του ρεμπέτικου. Είναι επτά χρόνια που μας λείπει. Έφυγε στις 11 Ιανουαρίου 2015. Στον αποχαιρετισμό του, πλήθος μουσικοί έπαιξαν τα τραγούδια που μας έμαθε. «Πηγή: https://www.athensvoice.gr/culture/music/742563-mpampis-gkoles-o-syndesmos-me-tin-pigi-toy-rempetikoy»