ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΣΚΟΡΔΟΥ: "Ψυχές από Λουκούμι: Μικρές ιστορίες από το Κόρθι της Άνδρου" & η "Ευανθία εξ Άνδρου" μια μεγάλη ιστορία για την Ευανθία Καΐρη

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΣΚΟΡΔΟΥ

Ψυχές από λουκούμι: Μικρές ιστορίες από το Κόρθι της Άνδρου και μια μεγάλη ιστορία για την Ευανθία Καΐρη που έζησε στο τέλος της ζωής της στ' Αηδόνια!!! 

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΕΝ ΑΝΔΡΩ: Την Αναστασία Σκόρδου την γνωρίσαμε πριν χρόνια ως καθηγήτρια Μέσης Εκπαίδευσης στο Κόρθι. Συνεργαστήκαμε και δημοσιεύσαμε στο Εν Άνδρω ένα εξαιρετικό κείμενο της για τον Θεόφιλο Καΐρη. Το αναδημοσιεύσαμε στο ιστορικό βιβλίο που εκδώσαμε 'ΑΝΔΡΟΣ 200 χρόνια" για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.

Πέρσι δημοσιεύσαμε και δύο διηγήματα της με αναφορά το Κόρθι. Και προχτές είχαμε την χαρά να λάβουμε από τον εκδότη της ένα σημείωμα για το βιβλίο διηγημάτων της που εξέδωσε με άξονα αναφοράς το Κόρθι. Δημοσιεύουμε με μεγάλη ευχαρίστηση το ενημερωτικό σημείωμα του εκδότη της, καθώς το εξώφυλλο του βιβλίου και το κείμενο του οπισθόφυλλου που μάς εισάγει στον λογοτεχνικό απόηχο της συγγραφέως για το Κόρθι, που έζησε.

Στο μικρό αφιέρωμα προσθέσαμε κι ένα υπέροχο διήγημα για την σπουδαία Ευανθία Καΐρη, από το βιβλίο που κυκλοφορεί, ώστε η αναφορά μας στο βιβλίο της Αναστασίας Σκόρδου να έχει και ένα δείγμα της ξεχωριστής γραφής της.

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΕΚΔΟΤΗ: Καλημέρα σας, και να είστε καλά! Σας παρακαλώ εάν μπορέσετε, γνωστοποιήστε στο αγαπητό κοινό της ιστοσελίδας σας, το νέο μικρό κομψό βιβλίο με μικρές ιστορίες από το Κόρθι, της Κορθιανής εκπαιδευτικού,  Αναστασίας Σκόρδου, που μόλις κυκλοφόρησε, και στα βιβλιοπωλεία της Άνδρου!

Σας στέλνω και το εξώφυλλο σε εικόνα, όπως και ένα κείμενο οπισθόφυλλου, για το τι είναι το βιβλίο. Σας ευχαριστώ πολύ. Για τις ΑΩ εκδόσεις, Πέτρος Μιχάλης.

ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΒΙΒΛΙΟΥ: "Από όλα τα γλυκά, ένα είναι το πιο καθαρό. Δε σηκώνει βρομιά, όπως όλα τα άλλα που η ζάχαρη μπορεί να σκεπάσει ταγκά βουτύρατα, μπαγιάτικα καρύδια και αυγά. Όλα αυτά νόστιμα θα σου φανούνε αφού δεν έχεις ιδέα τι έχουνε μέσα. Το λουκούμι όμως πάντα είναι αθέρας, αλλιώς δε γίνεται.

Έτσι και κάποιες ψυχές είναι αθέρας, καθαρές και γλυκές σαν λουκούμια, αμόλυντες από τα βάσανα της ζωής, αγιασμένες μέσα στα βάθη της μνήμης. Ήρθαν αστόλιστες και απροσποίητες να μου πουν τις ιστορίες τους. Κι εγώ τις άκουσα. "

 

ΔΙΗΓΗΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΨΥΧΕΣ ΑΠΟ ΛΟΥΚΟΥΜΙ

Ευανθία, η εξ Άνδρου

 
 
Το πρώτο θεατρικό έργο της Ελλάδος ο "Νικήρατος" της Ευανθίας Καΐρη. Παίχτηκε στη Σύρο το 1826. 
 
Σήκωσε αέρα δεν θα ρίξουν δίχτυα και σήμερα. Καλή θα ήταν καμιά γόπα στο σαβόρο, όπως την έκανε παλιά η γιαγιά μου. Μας λείπουνε πολλά τον τελευταίο καιρό και φοβούμαι μη μας λείψει κι αυτό το ψωμί, όπως πάμε. Αρχόντοι ήμασταν, αναγκεμένοι θα καταντήσουμε. Μας καταντήσανε. Όλα μας τα πήρανε. Όλος ο κόπος και το χρήμα των αδερφών μου πήγε σ’ αυτό το κτίριο, το Ορφανοτροφείο του Θεόφιλου. 
 
Το βλέπω τώρα ρημάδι από το παραθύρι μου και ματώνει η ψυχή μου. Δύσμοιρε αδερφέ μου, πόσο πόνεσες. Μόνη σου έγνοια τα παιδιά, τα ορφανά του πολέμου. Τριγυρίζανε κουρελιασμένα και ανυπόδητα, ζητιανεύανε ένα κομμάτι ψωμί, οι πραματευτάδες τα διώχνανε να μην τους κλέψουν ό,τι φαγώσιμο λίμαζαν κι ο Θεόφιλος δάκρυζε. Τι θα κάμομεν, αδερφή, μου έλεγε, κάπου πρέπει να τα στεγάσουμε, να τα φροντίσουμε, να τα διδάξουμε, οι γονείς τους χάθηκαν στον Αγώνα, έχομεν χρέος. 
 
Όλη του η ζωή ένα χρέος και το πρώτο ήμουνα εγώ. Ήρθε από τα ξένα και με βρήκε στις Κυδωνίες 10 χρονώ ίσα ίσα να διαβάζω, κάθισε πλάι μου υπομονετικός και στοργικός και μέσα σε λίγα χρόνια μου δίδαξε τα πάντα, αρχαία ελληνικά, γαλλικά, ιταλικά, μαθηματικά. Κι εγώ τον άκουγα να μου εξηγεί τους κώνους του Νεύτωνα και τις υπερβατικές συναρτήσεις κι όσο πιο δύσκολο το μάθημα, τόσο πιο πολύ φτερούγιζε η καρδιά μου να βλέπω το θαυμασμό στα μάτια του. Αδερφέ μου, μοναδικέ μου φίλε, πώς ζω τόσα χρόνια χωρίς εσένα, πώς δεν πέθανα μόλις έμαθα πως ξεψύχησες στη Σύρα μέσα στη φυλακή σου, στην αγκαλιά του Δημητρού μας.
 
Να πω στην Ανεζιώ να φέρει μέσα τα γατιά, θα ψοφήσουν από το κρύο. Να τη ρωτήσω και για την Κατίγκω την αρρεβωνιαστικιά του Δημάρχου του Δελεγραμμάτικα. Έχει βουίξει η Χώρα από το Παραπόρτι μέχρι την Καμάρα για τα φυσικά και επίκτητα προτερήματά της και τις 7 γλώσσες που ομιλεί απταίστως. Αχ, Ευανθία, πού κατήντησες, να κουσελιάζεις σαν μια γυναικούλα, εσύ μια λογία, η δεκάτη μούσα , το φίλον θυγάτριον του Κοραή. Πώς μου το έλεγε να δεις; “Γυναίκα ανδρείαν τις ευρήσει; Την εξ Άνδρου Ευανθίαν”.
 
Να βάλω και λίγο μέλι στο ζεστό μου να γλυκάνουν τα μέσα μου. Αυτά τα μαστραπαδάκια είναι από το σχολείο του Θεόφιλου. Τι αγώνας να κρατήσει γερά τα ορφανά του κι όλα τα οικότροφα. Πάνω σε σκληρό κρεβάτι κοιμόταν λίγες ώρες για να προλάβει τόσα μαθήματα, τόσες φροντίδες. 
 
Εκείνη τη μέρα που ήρθε το πλοίο να τον πάρει μετά τις κατηγόριες φόρτωσε και πήρε και την προκοπή του νησιού. Κανένας τόπος δεν αξιώθηκε τέτοιο δάσκαλο σαν τον αδερφό μου. Πέντε κολυβογράμματα και μια βέργα ήταν οι δάσκαλοι και είναι ακόμα. Μελίσσι οι μαθητές του, αδερφούς τους έλεγε και τους σεβόταν το ίδιο όπως κι εκείνοι. Τόσα παιδιά από τόσα μέρη. Πώς χάθηκαν όλα; Τι να απέγιναν αυτά τα παιδιά; Πιστέψανε άραγε τους κακούργους που τον κατηγορήσανε;
 
Αυτό το νησί που αγάπησε, ο βράχος του, έγινε βρόχος στο λαιμό του. Γίνομαι άδικη, δε φταίει το νησί, η κακία των ανθρώπων δεν έχει πατρίδα. 
 
Η πίκρα μου είναι πάνω πάνω, όλο βρίσκει αφορμή να βγει από τα χείλια μου. Ε, φταίνε και τα γηρατειά. Γεράσαμε, Ευανθία, κλείσαμε τα 62 πάμε για τα 63. Περασμένα μεγαλεία οι ομορφιές και τα κάλλη. La charmante Evanthie, μια φορά κι έναν καιρό. Με ζητάγανε αυθέντες και ηγεμόνες, μα εγώ δεν ήθελα. Έλεγα μια δικαιολογία πως ήμουνα νύμφη Χριστού κι αυτό τους αποθάρρυνε. Ήξερα όμως πως ήμουνα ταγμένη αλλού. Στα γράμματα, στην πολιτεία των γραμμάτων κατοικούσε η ψυχή μου. Από τότε που μικρό κορίτσι έγραψα στον Κοραή να μου στείλει κανένα γαλλικό βιβλίο να μεταφράσω, μέσα στην τυπωμένη σελίδα έζησα. Εκεί γέννησα τα παιδιά μου, τα βιβλία μου, τις μεταφράσεις, τον Νικήρατό μου.
 
Τόσες παραστάσεις στη Σύρα ο Νικήρατός μου, κόσμος στο θέατρο, ουρές στο ταμείο. Δεν πήγα ποτέ να καθίσω στην πρώτη σειρά, να καμαρώσω. Ούτε το όνομά μου ολόκληρο δεν τύπωσα πάνω του. Με εσφράγισαν οι δύο παραινέσεις του Κοραή που μου έδωσε στα 16 μου. “Σεμνότητα και μετριοφροσύνη” να μην αποσταθώ από την αρετή. Αυτός κι ο αδερφός μου με πρόσεχαν. Ο Θεόφιλος δεν ήθελε να τυπωθούν τα βιβλία μου, έφερνε όλο αντιρρήσεις, φοβόταν μην πάρουν τα μυαλά μου αέρα. Πόσο χάρηκα όμως που είδα τυπωμένο τον Μάρκο Αυρήλιο, τον Φενελώνα και τον Βουίλο. Χρόνια μετά ελάβαινα επιστολές από κορίτσια που τα διάβασαν και τις ωφέλησαν. 
 
 Ο αέρας μου φέρνει μια μουσική. Κάπου γλεντάνε, θα έχουνε τίποτα φτιαξίματα. Πόσα χρόνια έχω να χορέψω. Τον αγαπούσα το χορό, όπου τον έβρισκα δεν τον άφηνα. Τα χρόνια με βάρυναν μα πιο πολύ τα βάσανα οι συμφορές που μας βρήκαν.
 
Ακόμα και στον πόλεμο χορεύαμε. Το ‘24 ήτανε. Αρχές του Μαγιού. Πήγαμε με θείους και ξαδέρφια στα Λιβάδια στο κτήμα μας. Στρώσαμε κουρελούδες και απλώσαμε τα φαγιά μας, ελιές, τυρί, κρεμμύδια, σύκα, λουκάνικα και λαρδιά, παξιμάδια βρεμένα, είχαμε και κρασί σαββατιανό. Φάγαμε, ήπιαμε, έπιασε κι ο μπάρμπα Λεονάρδος τη σαμπούνα κι ο Αυγουστής το ντουμπί κι αρχίσαμε χορό και τραγούδι. Γυρίσαμε τραγουδώντας στη Χώρα στο σπίτι και συνεχίσαμε μέχρι το ξημέρωμα. Μέσα στον πόλεμο με τον στόλο των βαρβάρων να γυροφέρνει το Αιγαίο και να σκορπάει το θάνατο. Πιο καλά γλεντάς όταν ξέρεις πως σε παραφυλάει ο θάνατος.
 
Μετρώ και ξαναμετρώ τις δεκάρες μου και δεν φτάνουν να πάρουμε λίγο κρέας για μεθαύριο Κυριακή. Δεν πειράζει καλός κι ο φάβας με το ωμό κρεμμύδι- κουταλάκι όπως τον τρώγαμε παιδιά, καμιά ελίτσα, παξιμάδι. Τι θέλει ο άνθρωπος να στηλωθεί; 
 
Αν με άφηναν τουλάχιστο να διδάσκω τα κορίτσια. Είχα αρκετά που θέλανε να μάθουνε γράμματα μαζί μου, με την κυρά Ευανθούλα όπως με φώναζαν. Τα κακόμοιρα τα θηλυκά, αγράμματα τα αφήνουν οι γονείς τους. Αυτές τις μάνες του γένους έπρεπε πρώτα να μορφώνουν. Δεν έχουν αυτά αδερφό σπουδαίο καθηγητή, να τα διδάξει. Πόσο τυχερή στάθηκα, αδερφέ μου. Πόση ζωή μου χάρισε το φως που μου έδωσες. Ακόμα κι εδώ στο σκοτεινό σπίτι, μακριά από όλους, έχω τα βιβλία και τις επιστολές μας που τις διαβάζω ξανά και ξανά. “Αγαπητή Ευανθία”, “Αγαπητέ αδελφέ και Διδάσκαλε”. Τα γράμματά μας συνομιλούν ακόμα, οι ψυχές μας συνομιλούν ακόμα. 
 
Άσε το διάβασμα, Ευανθία, πιάσε το κέντημα, να πλέξουμε μωρουδιακά για το καινούριο εγγόνι του Δημητρού. Θα τη βγάλουνε Ευανθία μου είπε. Ας είναι τουλάχιστο αυτή καλότυχη. Αυτή και όσες Ευανθίες έρθουν μετά από εμάς. Εμείς μείναμε “δακτυλοδεικτούμενες” μέσα στην κοινωνία της Άνδρου, της Σύρας, ακόμα και των Κυδωνιών, μικρή κοπέλα και όμορφη, ταίρι δεν υπήρχε για μένα. Από τότε ξεχώριζα. Η αδερφή του καθηγητού η λογία Ευανθία εξ Άνδρου. Αν είσαι γυναίκα, δεν είναι καλό να ξεχωρίζεις. Εκείνος ο γυμνασιάρχης που ερχόταν στο σπίτι στη Σύρα, μάλλον με είχε αγαπήσει. Ήταν μεγάλος και όχι ευπαρουσίαστος. Δεν μου άρεσε. Μου έγραψε ένα ποίημα και κάπου το έχω κρατήσει. “Άνθη ολίγα μάζεψα από τον Ελικώνα” και παρακάτω με αποκαλεί “μαθήτρια Παλλάδος, σύντροφο Χαρίτων” και ακόμα πως ξέρω “κενδιστικήν και πλεκτικήν” γράφει. Ο δύστυχος Γεώργιος ούτε να με ζητήσει δεν ετόλμησε. Γνώριζε. Μου έστειλε και το βιβλίο του λίγο καιρό μετά. Αλήθεια αν με ζητούσε θα τον ενέκρινε ο Θεόφιλος; Ποτέ δεν είχε έγνοια να με παντρέψει, ποτέ δεν με πίεσε να δεχτώ τα προξενιά που μου έστελναν. Ίσως με εγνώριζε πολύ καλά για να με υποδουλώσει στον έγγαμο βίο και να με κρατήσει μακριά από τα γράμματα. Ίσως.
 
Ξέρω για ποιο λαμπρό στάδιο με προόριζε. Κι εμένα αυτή ήταν η κλίση μου η πιο βαθιά μου επιθυμία. Η διδασκαλία. Το είχα καταλάβει από την αρχή. Μικρή κοπέλα στις Κυδωνίες είχα λίγες μαθήτριες κόρες επιφανών και πλουσίων. Μετά στη Σύρα. Λίγο πριν τον συλλάβουν και του κλείσουν τη Σχολή, θα ερχόμουν να διδάξω εδώ . Μου το είχε ζητήσει. Ίσως ήθελε να φέρει και κορίτσια στη Σχολή. Δεν πρόλαβε. Δεν προλάβαμε.
 
Ο Θεόφιλος και η Ευανθία Καΐρη μαζί στη Σχολή της Άνδρου. Μια εικόνα του ονείρου. Μια εικόνα του Άλλου Κόσμου. Το Ανώτατο Ον εκεί επάνω τον έχει εγκαταστήσει στο πιο υψηλό βάθρο για να διδάσκει και ίσως μου φυλάει κι εμένα μια θέση πλάι του.
 
Πάλι ξεχάστηκα με τα όνειρα και θα μου κολλήσει ο φάβας. Ανεζιώ! Φέρε λίγο λάδι, κόρη μου!

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

  1. Σχολιάζετε ως επισκέπτης.
Attachments (0 / 3)
Share Your Location
There are no comments posted here yet